Skip to main content

Economist: Γιατι οι αγορές δεν πείστηκαν από το σχέδιο διάσωσης

Τον έντονο προβληματισμό του για την εξάπλωση του ελληνικού προβλήματος στο σύνολο της ευρωζώνης εκφράζει στο τελευταίο του τεύχος ο Economist, με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Σύντομα κοντά σας;»
Τον έντονο προβληματισμό του για την εξάπλωση του ελληνικού προβλήματος στο σύνολο της ευρωζώνης εκφράζει στο τελευταίο του τεύχος ο Economist, χαρακτηρίζοντας τις τελευταίες ημέρες «εβδομάδα ανησυχίας για το ευρώ».

«Οι πολιτικοί της Ευρώπης δημιούργησαν βιαστικά ένα κολοσσιαίο πακέτο διάσωσης της Ελλάδας αξίας 110 δισ. ευρώ, σχεδόν τριπλάσιο σε ύψος από τις συζητήσεις που γίνονταν μόλις πριν από τρεις εβδομάδες, και ιδού τα αποτελέσματα: Σφαγή στους δρόμους της Αθήνας, όπου τρεις άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και καμία ανάσα στις αγορές», τονίζεται.

«Όχι μόνο τα spread των ελληνικών ομολόγων εκτινάχθηκαν πάλι στα ύψη, αλλά και άλλα κράτη-μέλη του ευρώ, τα οποία υποτίθεται ότι θα έπρεπε να οχυρώσει το σχέδιο βρίσκονται υπό πίεση, ειδικά με την Πορτογαλία και την Ιρλανδία να πλήττονται σκληρά. Τα χρηματιστήρια σε όλο τον κόσμο κατρακύλησαν υπό το φόβο των επενδυτών για την οικονομική σταθερότητα της ευρωζώνης», επισημαίνει ο Economist, συμπληρώνοντας πως πολλοί Ευρωπαίοι νοιώθουν ότι έχουν δει ένα κομμάτι του μέλλοντός τους: εξάπλωση της κρίσης από τη μία υπερχρεωμένη χώρα στην άλλη, κατάρρευση της κοινωνικής τάξης, καθώς περικόπτονται οι εργασιακές θέσεις στο δημόσιο τομέα, χρόνια πολιτικής αναποφασιστικότητας και η αναπόφευκτη εκδίωξη ή απόσυρση χωρών από την ευρωζώνη.

«Και γιατί όχι; Εάν η διάσωση της Ελλάδας που αξίζει σχεδόν όσο το μισό ΑΕΠ της χώρας δεν συγκεντρώσει στήριξη στους δρόμους της Αθήνας ή στις αγορές, τότε μπαίνουμε στον πειρασμό να πούμε ότι το παιχνίδι τελείωσε. Μπαίνουμε στον πειρασμό, αλλά είναι λάθος», υπογραμμίζεται.

«Η Ευρώπη αντιμετωπίζει μεγάλο φάσμα κοινωνικών και πολιτικών προβλημάτων, όμως το υπάρχον δίλημμα έχει τη ρίζα του σε θεμελιώδη οικονομικά ζητήματα. Και από αυτή την οπτική, ούτε η βία στην Αθήνα ούτε οι τριγμοί στις αγορές αποτελούν απόδειξη ότι η ελληνική διάσωση και η ευρύτερη στρατηγική των Ευρωπαίων έχει αποτύχει», αναφέρει ο Economist.

Δυστυχώς, οι ταραχές στους δρόμους είναι ένα πολύ συχνό κομμάτι της ελληνικής πολιτικής ζωής. Και οι χρηματοπιστωτικές αγορές αντιδρούν πολλές φορές με πολύ σκεπτικισμό για τις στρατηγικές διάσωσης. Πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα η έλλειψη πολιτικού θάρρους, όχι μόνο στην Ελλάδα και σε άλλες ασθενείς χώρες- μέλη της ευρωζώνης, αλλά και στη Γερμανία, τονίζεται.

Τρεις λόγοι ανησυχίας

Παρά το μεγάλο κόστος, οι επενδυτές δεν έχουν πειστεί από τον μηχανισμό στήριξης για τρεις διαφορετικούς λόγους. Πρώτον, υποστηρίζουν ότι το πακέτο 110 δισ.ευρώ που έχει υποσχεθεί στην Ελλάδα δεν θα υλοποιηθεί είτε εξαιτίας της έντονης πολιτικής αντιπαράθεσης στην Γερμανία είτε επειδή οι Έλληνες δεν θα τηρήσουν τις αυστηρές υποσχέσεις που έχουν δώσει.

Δεύτερον, οι επενδυτές, όπως οι γερμανοί ψηφοφόροι, είναι νευρικοί, καθώς θεωρούν ότι όσο σκληρά και αν προσπαθήσει η Ελλάδα, δεν θα υπάρξει αποτέλεσμα στα επόμενα τρία χρόνια:  το χρέος είναι πάρα πολύ μεγάλο και θα πρέπει να επαναδιαπραγματευθεί.

Τρίτον, και σημαντικότερο ανησυχούν ότι οι άλλες χώρες, ιδιαίτερα η Ιρλανδία, η Πορτογαλία και η Ισπανία, βρίσκονται σε παρόμοια δύσκολη κατάσταση, αντιμετωπίζοντας ένα μέλλον οικονομικής στασιμότητας και κλιμακούμενου χρέους.

Η πρώτη ανησυχία είναι υπερβολική, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. Φαίνεται να υπάρχει πολύ μικρή αμφιβολία ότι οι κυβερνήσεις της Ευρώπης δεν θα ανταποκριθούν στις περιστάσεις. Ακόμη και στη Γερμανία, η κοινοβουλευτική έγκριση του πακέτου διάσωσης τώρα φαίνεται πιθανή. Ομοίως, η ελληνική κυβέρνηση έχει περισσότερες πιθανότητες να «περάσει» το μέτρο μείωσης μισθών και συντάξεων, παρά τις αντιδράσεις στους δρόμους, καθώς έχει μια ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία.

Αλλά αν δει κανείς πέρα από τις επόμενες εβδομάδες, ο φόβος ότι κάτι θα πάει στραβά αργότερα είναι πολύ ρεαλιστικός. Ο κατάλογος των μεταρρυθμίσεων που οι Έλληνες έχουν υπογράψει χαρακτηρίζεται ιδιαίτερα σκληρός: η μείωση των φόρων και τα μέτρα των δαπανών είναι αξίας περίπου 11% του ΑΕΠ σε διάστημα τριών ετών και οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, όπως η ελευθέρωση της άκαμπτης αγοράς εργασίας, μπορεί να αποδειχθεί ακόμα λιγότερο δημοφιλή. Εάν οι Γερμανοί σκεπτικιστές ψάχνουν μια δικαιολογία για να βάλουν τέλος στη διάσωση της Ελλάδας, θα τη βρουν σίγουρα. Ζοφεροί είναι και οι ελληνικοί αριθμοί: ακόμη και μετά από τρία χρόνια λιτότητας, το χρέος της Ελλάδας θα εκτιναχθεί στο 140% του ΑΕΠ. Η Ελλάδα θα εξακολουθεί να είναι επικίνδυνα κοντά στην πτώχευση. Θα χρειαστεί σίγουρα περισσότερη βοήθεια ή κάποια αναδιάρθρωση του χρέους.

Σύμφωνα με τον Economist, αυτή ακριβώς είναι η αντίφαση στο σχέδιο διάσωσης. Οι κυβερνήσεις της ΕΕ και το ΔΝΤ αρνούνται να συζητήσουν τη πιθανότητα μιας ενδεχόμενης αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, με τον φόβο ότι θα προκαλέσει «ανεξέλεγκτη μόλυνση». Αρνούμενοι οι Ευρωπαίοι πολιτικοί να παραδεχθούν ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζει ένα προφανές πρόβλημα φερεγγυότητας, ενώ η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία δεν αντιμετωπίζουν κάτι τέτοιο, έχουν καταστήσει πιο δύσκολο να γίνει σαφής διάκριση ανάμεσα στην Ελλάδα και τα υπόλοιπα κράτη- μέλη.

Αλλάξτε αυτό και θα αλλάξετε τα πάντα

Αυτή είναι η δυναμική που πρέπει να αλλάξει, τονίζει ο Economist. Προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί σε μία πιο ενθουσιώδη δράση από την Πορτογαλία, την Ισπανία και άλλες χώρες για να αποδείξουν ότι, παρά το γεγονός ότι πάσχουν από ορισμένες όμοιες ασθένειες, δεν είναι η Ελλάδα. Η Πορτογαλία, η οποία έχει μεγάλο έλλειμμα και χαμηλή ανάπτυξη, έχει την υποχρέωση να εξαγγείλει μια ισχυρότερη, πιο τολμηρή δέσμη φορολογικών μέτρων. Τόσο η ίδια όσο και η Ισπανία έχουν την ανάγκη να επιταχύνουν την ανταγωνιστικότητά τους, ενισχύοντας τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, κυρίως με την απελευθέρωση των αγορών εργασίας τους. Ταυτόχρονα, το υπόλοιπο της ζώνης του ευρώ πρέπει να εξασφαλίσει ότι αυτή η τεράστια εσωτερική προσαρμογή θα πετύχει τους στόχους της. Η ΕΚΤ πρέπει να εμποδίσει ένα συνολικό «κατρακύλισμα» σε αποπληθωρισμό. Η Γερμανία θα πρέπει να μειώσει τους φόρους και να κάνει περισσότερα για να τονώσει την εγχώρια ζήτηση.

Ο Economist σημειώνει ότι ακόμη πιο επείγουσα ανάγκη αποτελεί ένας μηχανισμός για την παροχή μετρητών στις πιο αδύναμες οικονομίες της ζώνη, σε περίπτωση που ο πανικός επιταχυνθεί. Μία λύση θα είναι να ζητηθεί η λήψη συντηρητικών κεφαλαίων από το ΔΝΤ. Ακόμη, οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης θα μπορούσαν να δημιουργήσουν διακυβερνητικά πιστωτικά κονδυλίων. Παράλληλα, η ΕΚΤ θα μπορούσε να κάνει ένα βήμα, αγοράζοντας κρατικά ομόλογα στη δευτερογενή αγορά. Όλες οι παραπάνω λύσεις έχουν το κόστος τους, είναι ωστόσο προτιμότερες από την  κατάρρευση της ευρωζώνης. Η επανάληψη του εφιάλτη της Αθήνας σε χώρες της Ευρώπης δεν πρέπει να συμβεί, αλλά η αποτροπή εξάπλωσης του ελληνικού προβλήματος θα απαιτήσει περισσότερη γενναιότητα και ειλικρίνεια από τους ηγέτες της Ευρώπης, απ΄ όση έχουν δείξει μέχρι τώρα.

ZENITH