Skip to main content

«Φρένο» στην ανάπτυξη οι αλλαγές στον χρηματοπιστωτικό κλάδο

Τρεις ποσοστιαίες μονάδες από το παγκόσμιο ΑΕΠ και σχεδόν 10 εκατ. θέσεις εργασίας θα στοίχιζαν την επόμενη πενταετία οι προωθούμενες μεταρρυθμίσεις στη λειτουργία του τραπεζικού τομέα, σύμφωνα με το
Τρεις ποσοστιαίες μονάδες από το παγκόσμιο ΑΕΠ και σχεδόν 10 εκατομμύρια θέσεις εργασίας θα μπορούσαν να στοιχίσουν κατά τη διάρκεια της επόμενης πενταετίας οι προωθούμενες μεταρρυθμίσεις στο θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας του τραπεζικού τομέα, σύμφωνα με το Διεθνές Ινστιτούτο Χρηματοοικονομικής.

Το Ινστιτούτο, που εκπροσωπεί περισσότερες από 400 επιχειρήσεις του χρηματοπιστωτικού τομέα, υποστήριξε ότι μέτρα όπως η αύξηση των επιπέδων κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών και της φορολογίας, καθώς και άλλες μεταρρυθμίσεις που προωθούνται θα μπορούσαν να επιφέρουν σημαντικό πλήγμα στην αναπτυξιακή διαδικασία

Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) στις ΗΠΑ, την Ευρωζώνη και την Ιαπωνία θα μπορούσε να υποχωρήσει κατά 0,6% ετησίως από το 2011 έως το 2015 και κατά μέσο όρο 0,3% στη δεκαετία έως το 2020, υποστήριξε το Ινστιτούτο με μελέτη που έδωσε στη δημοσιότητα σήμερα, στη διάρκεια σύσκεψης στη Βιέννη.

«Το Διεθνές Ινστιτούτο Χρηματοοικονομικής καλεί τους συμμετέχοντες στην επικείμενη Σύνοδο της G 20 και τις διεθνείς νομοθετικές και εποπτικές Αρχές να αξιολογήσουν προσεκτικά το περιεχόμενο, το χρόνο και την ισομέρεια των προτεινόμενων αλλαγών του θεσμικού πλαισίου, έχοντας υπόψη την ενδεχόμενη αρνητική επίδρασή τους στην οικονομική δραστηριότητα», δήλωσε ο Γιόζεφ Άκερμαν, Διευθύνων Σύμβουλος της Ντόιτσε Μπανκ και πρόεδρος του Ινστιτούτου.

Η οικονομική επίπτωση θα ήταν περισσότερο εμφανής στην ευρωζώνη όπου η ανάπτυξη του ΑΕΠ θα μειωνόταν κατά 0,9% ετησίως έως το 2015. Στις ΗΠΑ η αντίστοιχη επίπτωση θα ήταν της τάξης του 0,5% και στην Ιαπωνία 0,4%, σύμφωνα με το Ινστιτούτο.

Αντίστοιχα, οι μεταρρυθμίσεις θα σήμαιναν 9,7 εκατομμύρια θέσεις εργασίας λιγότερες στη διάρκεια της επόμενης πενταετίας, προειδοποίησε το Ινστιτούτο.

Το τραπεζικό σύστημα είναι αντιμέτωπο με νέους φόρους και προϋποθέσεις επάρκειας κεφαλαίων και ρευστότητας, καθώς και με άλλες μεταρρυθμίσεις του πλαισίου λειτουργίας του, ώστε να αποτραπεί το ενδεχόμενο επανάληψης της πρόσφατης πιστωτικής κρίσης, που ήταν η χειρότερη από τη δεκαετία του 1930.

Οι τράπεζες παραδέχονται ότι απαιτούνται αλλαγές, αλλά αντιστέκονται σε ορισμένες απο τις προωθούμενες μεταρρυθμίσεις επικαλούμενες τόσο τη σωρρευτική επίδραση που αυτές θα έχουν όσο και την ανάγκη μεγαλύτερου χρονικού διαστήματος για την εφαρμογή τους.

«Στόχος αυτής της μελέτης δεν είναι η απόκρουση των προωθούμενων αλλαγών», δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας Στάνταρντ Τσέρτερντ και στέλεχος του Ινστιτούτου Πήτερ Σάντς. «Υπάρχει όμως ένα τίμημα στο να καταστεί το τραπεζικό σύστημα ασφαλέστερο και σταθερότερο και αυτό το τίμημα θα το καταβάλει η πραγματική οικονομία», πρόσθεσε.

ZENITH