Skip to main content

Γραφείο Προϋπολογισμού: «Τα πρέπει και τα μη» για τη νέα κυβέρνηση

Την αποφυγή ενός Grexit, τη διόρθωση του υφιστάμενου προγράμματος και τη σύναψη συμφωνίας με τους εταίρους το ταχύτερο δυνατό, επισημαίνει σε έκθεσή του το Γραφείο Προϋπολογισμού Βουλής.

Λήψη αποφάσεων «το ταχύτερο δυνατό» ζητεί από τη νέα κυβέρνηση το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, στην τριμηνιαία έκθεσή του για το διάστημα Οκτωβρίου - Δεκεμβρίου 2014. Τονίζει, μάλιστα, την ανάγκη αποφυγής της εξόδου της χώρας από τη ζώνη του ευρώ, τη διόρθωση του υφιστάμενου προγράμματος της τρόικας, το σχεδιασμό ενός νέου προγράμματος μεταρρυθμίσεων μετά το τέλος μνημονίου, αλλά και τη ρήξη με το προ κρίσης προσοδοθηρικό υπόδειγμα ανάπτυξης.

Σύμφωνα με την έκθεση, η οποία δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα, η νέα κυβέρνηση καλείται να αντιμετωπίσει μία σειρά εκκρεμοτήτων και πρέπει να συμφωνήσει με τους εταίρους για το τι είναι δυνατό και πώς θα χρηματοδοτηθεί. Η έκθεση εστιάζει στη συμφωνία για τα προαπαιτούμενα (δημοσιονομικό κενό, μεταρρυθμίσεις) μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου 2015 και αξιολόγηση του προγράμματος προσαρμογής («μνημονίου ΙΙ»), με την παράλληλη αποδέσμευση των τελευταίων δόσεων, στη συμφωνία για ένα διάδοχο εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και ανάπτυξης και την επιστροφή των κερδών των κεντρικών τραπεζών από τη συμμετοχή τους στο πρό-γραμμα ύψους περίπου €2 δισ.

Παράλληλα, επισημαίνεται η έγκριση της προληπτικής γραμμής πίστωσης στον ΕΜΣ, η ελάφρυνση της εξυπηρέτησης του χρέους (σύμφωνα με δέσμευση του Eurogroup από τον Νοέμβριο 2012) και, τέλος, η συμμετοχή στο πρόγραμμα «ποσοτικής χαλάρωσης» (δηλαδή αγοράς κρατικών ομολόγων) που η ΕΚΤ αποφάσισε στις 22/1/2015, η οποία, όπως τονίζεται, θα είναι εφικτή και υπό όρους από τον Ιούλιο του 2015.

Σε ό,τι αφορά τις δυσκολίες που πρόκειται να αντιμετωπίσει η νέα κυβέρνηση, η έκθεση αναφέρει ενδεικτικά την υστέρηση των εσόδων του κράτους που διευρύνει το «δημοσιονομικό κενό» και μειώνει τα ταμειακά διαθέσιμα του Δημοσίου, τάση η οποία «πρέπει να αναστραφεί επειγόντως». Στην περίπτωση αυτή, σύμφωνα πάντα με την έκθεση, θα τεθεί με ακόμα μεγαλύτερη οξύτητα το ζήτημα της ανακατανομής των τρεχόντων βαρών προκειμένου να διατηρηθεί η δημοσιονομική ισορροπία.

Επιπρόσθετα, το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής σημειώνει ότι η τρόικα προτάσσει τη συμφωνία για τα προαπαιτούμενα και το διάδοχο πρόγραμμα, ενώ η ελληνική πλευρά αναμένει ότι όλα τα ζητήματα αποτελούν μια δέσμη και πρέπει να διευθετηθούν μαζί. Κατά τη γνώμη του, «θα διευκόλυνε τη συνεννόηση αν το ζήτημα του χρέους από την ελληνική πλευρά εντασσόταν ως μέρος μιας συνολικής δέσμης θεμάτων διαπραγμάτευσης, γεγονός που θα ενδυνάμωνε την ευνοϊκή δυναμική που διακρίνεται».

Όπως επισημαίνεται, οι αποφάσεις της νέας κυβέρνησης πρέπει να ληφθούν ταχύτατα προκειμένου να αναστραφεί το κλίμα που προκάλεσε η προκήρυξη εκλογών, η μη επίτευξη συμφωνίας με την τρόικα και η απόπειρα της κυβέρνησης της ΝΔ / ΠΑΣΟΚ να προσφύγει στις αγορές τον Οκτώβριο 2014 χωρίς μια τέτοια συμφωνία.

Υπογραμμίζεται, δε, πως η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να αποπληρώσει εντός των επόμενων δύο μηνών δάνεια (κυρίως προς το ΔΝΤ) ύψους περίπου 4 δισ. ευρώ και να αναχρηματοδοτήσει έντοκα γραμμάτια ύψους περίπου 7 δισ.  ευρώ. Ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα, σύμφωνα με την έκθεση, θα προκύψει μετά τον Ιούλιο 2015 όταν η Ελλάδα θα έχει ανάγκη για 8,8 δισ. ευρώ για να καλύψει τις υποχρεώσεις της έναντι της ΕΚΤ και δευτερευόντως έναντι του ΔΝΤ. «Φαίνεται αδύνατο να καλυφθούν οι σχετικές χρηματοδοτικές δαπάνες χωρίς μια συνολική συμφωνία με τους εταίρους», τονίζεται χαρακτηριστικά.

Σχολιάζοντας τα μείζοντα «διακυβεύματα», η έκθεση επισημαίνει πως, αν και μία συμφωνία για την εξυπηρέτηση του χρέους είναι εφικτή, πρέπει να αποφευχθεί η έξοδος από την ευρωζώνη, να υπάρξει συμφωνία για διορθώσεις και εφαρμογή του ισχύοντος (έως τέλη Φεβρουαρίου μετά την παράταση που δόθηκε) προγράμματος οικονομικής προσαρμογής και να συμφωνηθεί ένα πρόγραμμα ανάπτυξης και μεταρρυθμίσεων για τα επόμενα χρόνια («μετα το μνημόνιο ΙΙ»).

Ειδικότερα για το χρέος, το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής υπενθυμίζει πως η ΕΕ αποκλείει προς το παρόν περικοπή του ονομαστικού χρέους, όμως δε θα είναι αρνητική σε ένα συμβιβασμό. «Δεν είναι σαφές σε τι ακριβώς θα συνίστατο αυτός ο συμβιβασμός. Πρέπει να σημειωθεί ότι οι πληρωμές των δανείων του EFSF (περίπου 130 δισ. ευρώ) αρχίζουν μετά το 2022 ενώ τα επιτόκια είναι χαμηλά! Πάντως φαίνεται διαπραγματεύσιμη η υιοθέτηση σταθερών επιτοκίων», επισημαίνεται.

Σύμφωνα με τους συντάκτες της εκθέσεως, το χρέος δεν πρόκειται, «απλά ή μόνο» για ελληνική υπόθεση, αλλά ευρωπαϊκή. «Στην ΕΕ αυξάνεται η πίεση για συνολικές λύσεις. Προς το παρόν, η έμφαση είναι στην επιτάχυνση της ανάκαμψης των ευρωπαϊκών οικονομιών μέσω νέων πρωτοβουλιών. Η Ελλάδα πρέπει να κερδίσει χρόνο ώστε να επωφεληθεί από τις συντελούμενες διεργασίες», τονίζουν στη σύνοψη της έκθεσής τους.

ZENITH