Skip to main content

H ατμοσφαιρική ρύπανση απειλεί τη Θεσσαλονίκη

Διαρκείς υπερβάσεις των επιτρεπτών ορίων ατμοσφαιρικής ρύπανσης, με εντονότερο το πρόβλημα στα δυτικά προάστια και στο κέντρο και με έξαρση το χειμώνα και τις καθημερινές, καταγράφονται στην πόλη από
Διαρκείς υπερβάσεις των επιτρεπτών ορίων ατμοσφαιρικής ρύπανσης, με εντονότερο πρόβλημα στα δυτικά προάστια και το κέντρο και με έξαρση το χειμώνα και τις καθημερινές, καταγράφονται στη Θεσσαλονίκη τα τελευταία χρόνια, σύμφωνα με μετρήσεις που πραγματοποίησε με 20 καινοτόμες διατάξεις εξαιρετικά χαμηλού κόστους ειδική ομάδα εργασίας του Τεχνικού Επιμελητηρίου Κεντρικής Μακεδονίας (ΤΕΕ/ΤΚΜ).

Παράλληλα αυξημένη εμφανίζεται και η διασυνοριακή ρύπανση, που «μεταναστεύει» προς Ελλάδα, ενώ τα νέα όρια των 20 μg/m3 (σήμερα το όριο είναι 40μg/m3 ως μέση ετήσια συγκέντρωση και 50μg/m3 ως μέση ημερήσια) που η ΕΕ εισάγει από 1/1/2010, δυσκολεύουν περαιτέρω την κατάσταση, καθώς αναμένεται να κάνουν ακόμα πιο εμφανείς τις διαστάσεις του προβλήματος.

Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τον χημικό μηχανικό Μάρκο Ασσαέλ, καθηγητή ΑΠΘ και μέλος της ομάδας, οι δήμοι των δυτικών προαστίων παρουσιάζουν εξαιρετικά ανεβασμένα επίπεδα συγκεντρώσεων σε σωματίδια PM10, έως και δύο φορές πάνω από τα όρια της ΕΕ (μέση ετήσια συγκέντρωση 40μg/m-3, ισχύς από το 2005), κυρίως λόγω της παρακείμενης βιομηχανικής δραστηριότητας.

Πάνω από τα όρια κυμαίνονται οι συγκεντρώσεις στο κέντρο και ελάχιστα κάτω από το όριο στα ανατολικά προάστια. Σε ό,τι αφορά στις «εισαγωγές» ρύπων, η διασυνοριακή συνιστώσα για τα PM2,5 (αναπνεύσιμα σωματίδια) φτάνει κατά μέσο όρο το 60%, ενώ και για τα πρωτογενή μεγαλύτερα ανέρχεται σε περίπου 45% για την Ελλάδα.

Η λήψη μέτρων επείγει, καθώς -μεταξύ άλλων- μελέτες στις ΗΠΑ έδειξαν ότι αύξηση μόλις κατά 10 μg m-3 της συγκέντρωσης PM μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση θνησιμότητας κατά 6%-7%. Τα επίπεδα συγκέντρωσης PM10 είναι αυξημένα κατά το χειμερινό εξάμηνο (+35%).

Οι μεγαλύτερες συγκεντρώσεις παρατηρούνται το Νοέμβριο, ενώ οι εργάσιμες ημέρες  παρουσιάζουν υψηλότερες τιμές (αφού τα εργοστάσια λειτουργούν και το κυκλοφοριακό είναι αυξημένο). Στο μεταξύ, σκόνη από τη Σαχάρα εμφανίζεται στη Μακεδονία περίπου στο 12% των ημερών του έτους, σύμφωνα με τον Δ. Μελά από την ομάδα εργασίας του ΤΕΕ/ΤΚΜ και το Τμήμα Φυσικής ΑΠΘ. Μεγάλα επεισόδια μεταφοράς σκόνης σημειώνονται ιδίως την άνοιξη.

Η μεταφορά σκόνης από τη Σαχάρα εκτιμάται ότι είναι υπεύθυνη για το 10%-20% των επεισοδίων σωματιδιακής ρύπανσης σε μεσογειακές χώρες. Μάλιστα, κατά τη διάρκεια επεισοδίων μεταφοράς, η συμμετοχή της μεταφερόμενης σκόνης στα επίπεδα των PM10 σε μεσογειακές χώρες μπορεί να ξεπεράσει το 60%.

Σύμφωνα με την αναπληρώτρια καθηγήτρια Τμήματος Χημείας ΑΠΘ, Κ. Σαμαρά-Κωνσταντίνου, τα μέτρα περιορισμού της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στη Θεσσαλονίκη πρέπει να στοχεύουν στις πηγές εκπομπής μικρών σωματιδίων (κυρίως από καύσεις), τα οποία είναι πιο επικίνδυνα.

Ενδεικτικά ανέφερε ότι τα σωματίδια με διάμετρο μικρότερη του 1μm αποτελούν ποσοστό άνω του 50% της αιωρούμενης σωματιδιακής ύλης στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, ενώ συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο ποσοστό (60-90%) των επικίνδυνων χημικών ουσιών.

Περισσότερα από 10.200 Χαμένα Ετη Ζωής (δείκτης YOLL), που είναι δυνατόν να αποδοθούν στη μακροχρόνια έκθεση σε αντίστοιχα επίπεδα ρύπανσης των PM10, υπολογίζεται ότι κατεγράφησαν το 2002 στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης (ΕΠΘ), ενώ εκτιμώνται σε περίπου 450 νέα περιστατικά χρόνιας βρογχίτιδας σε ενήλικες 27 ετών και άνω, που είναι δυνατόν να αποδοθούν στο ίδιο αίτιο, σύμφωνα με τον Χ. Βλαχοκώστα από το Τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών ΑΠΘ.

Παράλληλα, για όλες τις ηλικίες, εκτιμάται ότι έγιναν 290 εισαγωγές σε νοσοκομεία για καρδιακές παθήσεις, συν άλλες 335 για αναπνευστικές, που είναι δυνατόν να αποδοθούν στο ίδιο αίτιο. Σύμφωνα με τον κ. Βλαχοκώστα, το «κοινωνικό κόστος» που αποδίδεται στην αέρια ρύπανση είναι εξαιρετικά υψηλό για το έτος 2002 και αγγίζει τα 751 εκατ. ευρώ για τη Θεσσαλονίκη. Πάντως, όπως διευκρίνισε ο ομιλητής, υπάρχουν έμφυτες αβεβαιότητες στον υπολογισμό τέτοιων επιπτώσεων.

ZENITH