Skip to main content

Μια πραγματική εμπειρία σε ένα ξενοδοχείο της Θάσου

Πολλοί θα πουν ότι ο συνδυασμός της οικονομικής κρίσης και των αρνητικών μηνυμάτων που στείλαμε ως χώρα (απεργίες, μπλόκο στα λιμάνια, επεισόδια) αποτέλεσαν την αιτία για την καθοδική πορεία του ελλην

Το πάθημα φαίνεται πως δεν έχει γίνει μάθημα. Τουλάχιστον όχι για όλους.
Η αιχμή της φετινής καλοκαιρινής σεζόν, που τόσο περίμεναν οι εμπλεκόμενοι με τον τουριστικό τομέα και η ελληνική οικονομία εν γένει, βαίνει σιγά – σιγά προς την ολοκλήρωσή της και αν δεν αλλάξει κάτι εντυπωσιακά η «βαριά» βιομηχανία της χώρας, με ελάχιστες εξαιρέσεις όπως η Ρόδος και κάποια άλλα νησιά, θα «γράψει» απώλειες σε αριθμό επισκεπτών και κυρίως σε έσοδα.

Πολλοί θα πουν ότι ο συνδυασμός της οικονομικής κρίσης και των «μηνυμάτων» που στείλαμε ως χώρα, όλους τους προηγούμενους μήνες, με τα επεισόδια στην Αθήνα, είτε με το μπλοκάρισμα πλοίων στα λιμάνια, είτε εσχάτως με τις απεργίες των ιδιοκτητών φορτηγών δημοσίας χρήσης και βυτιοφόρων, που «στέγνωσαν» την αγορά από καύσιμα, αποτέλεσαν την αιτία για ό,τι θα έχει συμβεί στον κλάδο. Και θα έχουν δίκαιο. Πράγματι, είναι έτσι. Δεν είναι, όμως, μόνο αυτό. Ευθύνη και μάλιστα βαρύτατη φέρουν και οι ίδιοι οι εμπλεκόμενοι με το τουριστικό προϊόν. Η εμπειρία είναι πραγματική και αφορά ξενοδοχείο στο νησί της Θάσου, μόλις δύο χιλιόμετρα έξω από το χωριό Λιμενάρια, το Σαββατοκύριακο 10-11 Ιουλίου. Το δίκλινο δωμάτιο ακροβατούσε επικίνδυνα στα όρια του υποφερτού, μολονότι ήταν στα 70 ευρώ το βράδυ (με τιμή πόρτας 90 ευρώ) και αυτό χάριν του γεγονότος ότι η κράτηση του δωματίου έγινε μέσω… γνωστού.

Στο μπάνιο, αν εξαιρέσει κανείς το κλασικό σαπούνι για τον νιπτήρα, δεν υπήρχε ούτε σαμπουάν, ούτε αφρόλουτρο, ως είθισται στα ξενοδοχεία, για το ντους, ενώ η μπανιέρα εκτός από σκουριά στο σιφόνι αποβολής των υδάτων, είχε πρόβλημα και απορρόφησης. Στο κυρίως δωμάτιο υπήρχε μεν μια μικρή τηλεόραση, πλην όμως λειτουργούσε μόνο με φυσική επαφή, αφού το τηλεχειριστήριο, παρά τις επίμονες προσπάθειες έπασχε από «αυτισμό» και έτσι περιοριζόταν σε διακοσμητικό ρόλο. Ως εκ τούτου, το άλλαγμα του καναλιού, θύμιζε υπόθεση της δεκαετίας του… 1970 κι εκτός από υπομονή, προϋπέθετε και καλή φυσική κατάσταση για το σήκω – κάτσε στο κρεβάτι.


Η βραδιά, ευτυχώς, δεν ήταν ιδιαίτερα ζεστή, διότι ναι μεν υπήρχε κλιματισμός στο υπνοδωμάτιο, αλλά για τη χρήση του έπρεπε να καταβληθεί επιπλέον κόστος 5 ευρώ την ημέρα. Ανάλογο, πρόσθετο, κόστος, εξάλλου, υποχρεωνόταν, βάσει του κανονισμού που ήταν αναρτημένος στο χώρο, να αναλάβει ο ένοικος, εφόσον θα ήθελε να χρησιμοποιήσει και τη mini κουζίνα που υπήρχε στο δωμάτιο. Αν πάλι υπήρχαν τιμαλφή ή άλλα πράγματα αξίας, το χρηματοκιβώτιο που ήταν διαθέσιμο κόστιζε 2,5 ευρώ την ημέρα. Ένας λεπτομερής κατάλογος όριζε και το κόστος των πιρουνιών, κουταλιών, μαχαιριών ή άλλων οικιακών σκευών, ώστε σε περίπτωση που κάτι χανόταν, να γνωρίζει ο ένοικος τι θα κληθεί να πληρώσει. Στο δωμάτιο υφίστατο, επίσης, σε κοινή θέα μια «παγίδα» για έντομα και τρωκτικά, ενώ η σήτα στην μπαλκονόπορτα, που υποτίθεται εμπόδιζε την έλευση κουνουπιών και άλλων ανεπιθύμητων επισκεπτών του βασιλείου των εντόμων, ήταν, ατυχώς, σκισμένη.

Η μοναδική εμπειρία συνεχίστηκε και το πρωί, στον μπουφέ για το πρωινό, όπου στο χώρο που ήταν αναπτυγμένα τα τραπέζια, και πάλι σε κοινή θέα, βρισκόταν μια αυτοσχέδια παγίδα –ένα άδειο μπουκάλι 1,5 λίτρων νερού με ένα κομμάτι ωμό κρέας μέσα- για σφίγγες, που αν κρίνει κανείς από το περιεχόμενό της, επρόκειτο μάλλον για αποτελεσματική λύση…

Αυτό καθ’ αυτό το πρωινό περιελάμβανε καφέ ή τσάι, ψωμί, βούτυρο, μαρμελάδα και χυμό. Υπήρχε, βέβαια, η δυνατότητα και για αυγό, ζαμπόν, κασέρι, γάλα, κέικ ή κορν φλέικς, αλλά κοστολογούνταν εξτρά από την τιμή του δωματίου. Με ένα φουλ πρωινό, δηλαδή, και με χρήση και των υπόλοιπων διαθέσιμων υπηρεσιών του δωματίου, το κόστος ξέφευγε κατά πολύ από τα επίπεδα της τιμής πόρτας. Μετά το πέρας του πρωινού, εντωμεταξύ, οι πελάτες έπρεπε να μαζέψουν μόνοι τους ό,τι απέμενε στο τραπέζι, να καθαρίσουν τα πιάτα και να τα τοποθετήσουν στο ειδικό τραπέζι που υπήρχε στο χώρο. Self service δηλαδή και πριν και μετά το πρωινό.


Οι υπόλοιποι ένοικοι του συγκεκριμένου ξενοδοχείου, αν εξαιρέσει κανείς μια οικογένεια Ελλήνων, ήταν αλλοδαποί και βίωσαν ανάλογα την εμπειρία την οποία, προφανώς, μετέφεραν σε φίλους και γνωστούς τους, στις πατρίδες τους. Αν θα ξαναπατήσουν το πόδι τους σε ελληνικό θέρετρο, κανείς δεν μπορεί να απαντήσει με ακρίβεια, μολονότι φαίνεται πως οι πιθανότητες δεν είναι με το μέρος μας.

Σε ό,τι αφορά τον γράφοντα είναι η τελευταία φορά που ασχολείται με αυτό το ξενοδοχείο. Την αφορμή δε, για την ανάκληση από τη μνήμη του περιστατικού, την έδωσε μια αιχμηρή επιστολή του προέδρου της Ένωσης Ξενοδόχων Θάσου προς τον υπουργό Πολιτισμού και Τουρισμού, Παύλο Γερουλάνο, με την οποία κατηγορεί την ηγεσία της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης για έλλειψη ενδιαφέροντος προς το νησί του βορείου Αιγαίου. «Η κατανομή πόρων για την τουριστική προβολή και τη διαφήμιση πρέπει να γίνεται με αντικειμενικά κριτήρια και όχι με πολιτικά. Επιπλέον, απαιτούνται άμεση γνώση κι ενδιαφέρον για τα προβλήματα και όχι εθιμοτυπικές ημερίδες, προς τέρψη του απλού κόσμου» αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στην επιστολή της Ένωσης Ξενοδόχων Θάσου. Μόνο που όλα αυτά, όσο δίκαιο και αν κρύβουν από πίσω τους (αυτό μόνο η Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης, μπορεί να αντικρούσει), ηχούν παράταιρα όσο κάποιοι «επαγγελματίες» του ξενοδοχειακού κλάδου συνεχίζουν να λειτουργούν σαν αλεξιπτωτιστές, χωρίς να ενδιαφέρονται για το αύριο… Γιατί περιστατικά σαν κι αυτό αν μη τι άλλο δείχνουν ότι άλλη μια ευκαιρία ανασυγκρότησης για τον ελληνικό τουρισμό, που δίδεται από την κρίση, κινδυνεύει να χαθεί.

Υ.Γ. Όσοι από τους αρμοδίους ευαισθητοποιηθούν και θέλουν λεπτομέρειες, όπως, επίσης, όσοι αισθανθούν θιγμένοι από τα γραφόμενα, η ταυτότητα του εν λόγω ξενοδοχείου είναι στη διάθεση της Voria.gr.

Business Story
Off

ZENITH