Skip to main content

Θεσσαλονίκη: «Ζητήματα της Πράσινης Ενέργειας»

Εκδήλωση με θέμα «Ζητήματα της Πράσινης Ενέργειας» διοργάνωσε το Διεθνές Πανεπιστήμιο Ελλάδας. Τις εργασίες του συνεδρίου άνοιξε ο Γιάννης Μαγκριώτης, διαβεβαιώνοντας για τις προθέσεις της κυβέρνησης
Ρηξικέλευθες μεταβολές στη δομή της ηλεκτροπαραγωγής και στην κάλυψη των ενεργειακών αναγκών της Ελλάδας απαιτούνται τα επόμενα χρόνια, προκειμένου να αντεπεξέλθει η χώρα στην ενεργειακή και κλιματική πρόκληση, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν σε εκδήλωση με θέμα «Ζητήματα της Πράσινης Ενέργειας», που διοργάνωσε το Διεθνές Πανεπιστήμιο Ελλάδας, στις εγκαταστάσεις του ιδρύματος, στη Θεσσαλονίκη. Τις εργασίες του συνεδρίου άνοιξε ο υφυπουργός Υποδομών, Γιάννης Μαγκριώτης, διαβεβαιώνοντας για τις προθέσεις της κυβέρνησης για στροφή στην πράσινη ανάπτυξη.

«Η χώρα μας, παρότι έχει συγκριτικά πλεονεκτήματα για την ανάπτυξη των ΑΠΕ, δυστυχώς έχει μείνει πολύ πίσω. Όχι μόνο πρέπει να καλύψουμε την Κοινοτική Απόφαση για την παραγωγή του 20% Ηλεκτρικής Ενέργειας από ΑΠΕ το 2020, αλλά πρέπει να μειώσουμε και τη σπατάλη ενέργειας. Γι’ αυτό ένα Πρόγραμμα Βιοκλιματικής αναβάθμισης των κτιρίων, μαζί με τον εκσυγχρονισμό για την αντισεισμική ενίσχυσή τους είναι στις απόλυτες προτεραιότητές μας», ανέφερε ο υφυπουργός.

«Η Ελλάδα έχει μεγάλες δυνατότητες, αλλά ελάχιστη αξιοποίηση των ΑΠΕ», ανέφερε ο ομότιμος καθηγητής του ΑΠΘ και ευρωβουλευτής Ιωάννης Τσουκαλάς. «Η επίτευξη του στόχου ΄20-20-20΄- ήτοι μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 20%, αύξηση ενεργειακής απόδοσης κατά 20% και αύξηση της συμμετοχής ΑΠΕ στη συνολική παραγωγή ενέργειας στο 20%- μέχρι το 2020, είναι πολύ φιλόδοξη, με βάση τα νούμερα που υπάρχουν σήμερα», σημείωσε, προειδοποιώντας, ότι εάν ο στόχος δεν επιτευχθεί, το μεγάλο κόστος που θα έχει η συνακόλουθη αύξηση της τιμής των χρηματιστηριακών ρύπων, θα κληθούν να το πληρώσουν οι καταναλωτές.

Τον φιλοπεριβαλλοντικό επενδυτικό σχεδιασμό της ΔΕΗ παρουσίασε ο αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ καθηγητής ΕΜΠ, Νικόλαος Χατζηαργυρίου. Ως βασικό παράγοντα επιβάρυνσης του περιβάλλοντος από την επιχείρηση ανέφερε τις γηρασμένες λιγνιτικές μονάδες (40 έως 50 ετών), οι οποίες, όπως είπε, έχουν ιδιαίτερα ρυπογόνα λειτουργία και μεγάλη σπατάλη. Η ανάπτυξη της πράσινης ενέργειας, ανέφερε, πρέπει να ξεκινήσει με την απόσυρση αυτών των μονάδων. Πρόσθεσε δε ότι στόχος της ΔΕΗ είναι η εξασφάλιση μεριδίου αγοράς 20% στις ΑΠΕ, με δραστηριοποίηση σε όλους τους τομείς.

Όσον αφορά στο ενδεχόμενο εγκατάστασης πυρηνικού σταθμού στην Ελλάδα ο κ. Χατζηαργυρίου ανέφερε πως ο ίδιος είναι αντίθετος, καθώς, όπως διευκρίνισε, «δεν έχω πεισθεί για την ασφάλεια των εγκαταστάσεων και την κατάληξη των πυρηνικών αποβλήτων, ενώ είναι μία ακριβή μορφή ενέργειας, με μεγάλους χρόνους κατασκευής των υποδομών, δεν μπορεί να ακολουθήσει τις μεταβολές του φορτίου και είναι ενάντια στο μοντέλο της αποκεντρωμένης και ευέλικτης παραγωγής». Ο καθηγητής κατέληξε, ωστόσο, ότι «στη φάση της ενεργειακής ένδειας που υπάρχει δεν έχουμε την πολυτέλεια να αγνοήσουμε καμία μορφή ενέργειας, πρέπει να γίνει και αυτή η συζήτηση».

Τον εθνικό σχεδιασμό για την επίτευξη του στόχου της διείσδυσης των ΑΠΕ ανέλυσε ο αντιπρόεδρος της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ), Θόδωρος Πανάγος. Παρουσίασε, επίσης, μία πολιτική κινήτρων για τη διείσδυση των ΑΠΕ, στα οποία περιλαμβάνονται η σύμβαση πώλησης ενέργειας δεκαετούς διάρκειας μεταξύ παραγωγού και διαχειριστή, η επιδότηση από το κράτος επί του κόστους επένδυσης (30%-50%) και 50% στο κόστος σύνδεσης, και η απαλλαγή του τέλους χρήσης υποδομών. Σε ό,τι αφορά στα προβλήματα εφαρμογής των ΑΠΕ επεσήμανε ότι είναι ανεπαρκείς οι υποδομές στις περιοχές με υψηλό αιολικό δυναμικό, απαιτείται μεγάλος χρόνος διεκπεραίωσης της διαδικασίας και συνήθως προκαλούνται αντιδράσεις των τοπικών κοινωνιών, οι οποίες προσφεύγουν στο ΣτΕ.

Το νέο μεταπτυχιακό πρόγραμμα του Διεθνούς Πανεπιστημίου Ελλάδας σε «Ενεργειακά ζητήματα», παρουσίασε ο κοσμήτορας της Σχολής Επιστημών και Τεχνολογίας του ΔΙΠΑΕ, Ιωάννης Βλαχάβας, σημειώνοντας ότι στο συγκεκριμένο κύκλο σπουδών δίδεται ειδική έμφαση στη βελτιστοποίηση των σύγχρονων ενεργειακών συστημάτων. Στην Ελλάδα υπάρχει ανάγκη για ανακαίνιση 100.000-120.000 κτιρίων ετησίως, το κόστος της οποίας θα φθάσει τα 150 εκατ. ευρώ, αλλά θα παράξει σε δεκαετές επίπεδο ενεργειακή ωφέλεια 750 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με τον κοσμήτορα της Πολυτεχνικής Σχολής ΑΠΘ, Νικόλαο Μουσιόπουλο.

Ο κ. Μουσιοπουλος υπενθύμισε ότι η εξυπηρέτηση κτιρίων αφορά στο 40% της κατανάλωσης ενέργειας, τονίζοντας ότι «χρειαζόμαστε νέα κτίρια που ανά πενταετία να βελτιώνουν κατά 25% την ενεργειακή τους απόδοση». Στην ανάγκη να υπάρξει διεθνής εκδημοκρατισμός της διανομής της ενέργειας, δηλαδή ισότιμη πρόσβαση σε αυτή από τις αναπτυσσόμενες χώρες, αναφέρθηκε ο καθηγητής Πολιτικών μηχανικών ΑΠΘ και αντιπρόεδρος της διοικούσας επιτροπής ΔΙΠΑΕ, Χριστόφορος Κουτίτας.


Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

ZENITH